- γάζαν
- γάζᾱν , γάζαtreasurefem acc sg (doric aeolic)
Greek morphological index (Ελληνική μορφολογικούς δείκτες). 2014.
Greek morphological index (Ελληνική μορφολογικούς δείκτες). 2014.
Ιράν — Επίσημη ονομασία: Ισλαμική Δημοκρατία του Ιράν Παραδοσιακή ονομασία: Περσία Έκταση: 1.648.000 τ. χλμ. Πληθυσμός: 65.540.226 (2002) Πρωτεύουσα: Τεχεράνη (6.758.845 κάτ. το 1996)Κράτος της νοτιοδυτικής Ασίας στη Μέση Ανατολή. Συνορεύει στα Β με το… … Dictionary of Greek
GAZA — insignis Palaestinae civitas, ex 5. Satrapiis Philistinorum, Aegyptum versus ultima, quae olim Iudae in sortem cecidit, Morer. Simeonis adscribit, sic dicta a regia Gaza, i. e. pecunia, quam illuc olim Camby ses Persarum Rex vehi curarat, quondam … Hofmann J. Lexicon universale
BYBLUS — Syriae Phoeniciae urbs, Beryto vicina, in qua Adonidis templa sunt. Eam a tyranno oppressam Pompeius liberavit. Sita est in excelso quodam loco, non procul a mari. Vide plura apud Stephanum. Eius meminit Dionysius, uti videre est in his: Οἱ τ᾿… … Hofmann J. Lexicon universale
πέλλα — I Πόλη στην περιοχή της αρχαίας Βοττιαίας, που την έκανε πρωτεύουσα των Μακεδόνων ο Αρχέλαος (413 399 π.Χ.). Υπήρξε έδρα του Φιλίππου και γενέτειρα του Αλεξάνδρου, απετέλεσε σπουδαίο κέντρο του ελληνισμού κατά την εποχή των διαδόχων, περιήλθε… … Dictionary of Greek
παλινδρομώ — (ΑΜ παλινδρομῶ, έω) [παλίνδρομος] νεοελλ. 1. τρέχω ή κινούμαι προς τα εμπρός και προς τα πίσω, κινούμαι εναλλάξ προς μία και προς την αντίθετη φορά 2. αλλάζω γνώμη ή στάση, είμαι άστατος μσν. (για ακόντιο που ρίχνεται κατά τής ασπίδας) τινάζομαι… … Dictionary of Greek
Ουρμία ή Ριζαϊγέ — (περσικά Νταριάτσε ι Ουρουμίγε ή Νταριάτσε ι Ριζαϊγέ ή Νταριάτσε ι Σάχι, αγγλ. Urmia). Λιμναία λεκάνη της βορειοδυτικής Περσίας, στο Αζερμπαϊτζάν, η μεγαλύτερη της χώρας. Βρίσκεται σε υψόμετρο 1.249 μ. στους πρόποδες του ηφαιστείου του Σαχάντ… … Dictionary of Greek
Ταμπρίζ — (Ταυρίδα). Πόλη (περίπου 597.976 κάτ.) του βορειοδυτικού Ιράν, πρωτεύουσα της επαρχίας του ανατολικού Αζερμπαϊτζάν (67.000 τ. χλμ., περίπου 4.180.376 κάτ.). To T. είναι προπάντων μεγάλο βιομηχανικό (εργοστάσια ειδών διατροφής, υφαντουργίας,… … Dictionary of Greek